ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΡΟΔΙΟΣ 1η ΓΕΝΙΑ

Από την παραδοσιακή αγγειοπλαστική δημιουργία στη χώρα μας δεν έλειψαν ανέκαθεν οι τεχνίτες που διέθεταν ευαισθησία και ιδιαίτερη καλλιτεχνική ανησυχία. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αγγειοπλαστών στη νεότερη καλλιτεχνική αγγειοπλαστική αποτελεί η οικογένεια των Ροδίων στη Σκόπελο. Η καλλιτεχνική δυναστεία των Ροδίων ξεκινά με τον Νικόλαο Ρόδιο. Γεννήθηκε στην Κύθνο των Κυκλάδων το 1867 και ήταν γιος πενταμελούς οικογενείας. Σε πολλή μικρή ηλικία βρέθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα ακολουθώντας τον κληρικό πατέρα του, ο οποίος λειτουργούσε στην ιστορική εκκλησία των Ασωμάτων στο Μοναστηράκι. Για κακή του τύχη, οι γονείς του πέθαναν σε μικρή ηλικία και έτσι έμεινε ορφανός μαζί με τις δύο αδερφές του. Σε αυτές  τις δύσκολες συνθήκες, ο Νικόλαος Ρόδιος πιάνει δουλειά στο περίφημο κεραμοποιείο του Λεβαντή στον Κεραμικό ξεκινώντας ουσιαστικά την μεγάλη του πορεία στην τέχνη. Κάτω δε από την προσοχή των συμπατριωτών του σε ηλικία δεκαπέντε ετών αποκαλείται  ̋ μάστορας ̋. Εν συνεχεία, ως πνεύμα ανήσυχο, ξεκινά την αναζήτηση νέων τεχνικών και εμπειριών που θα εμπλούτιζαν τις γνώσεις του πάνω στην αγγειοπλαστική τέχνη. Ταξιδεύει στην Αλεξάνδρεια, στη Ρουμανία, στη Βουλγαρία και στην Κωνσταντινούπολη.

Φθασμένος στην κεραμική τέχνη καταλήγει περίπου στα 1900 στο νησί της Σκοπέλου λόγω της καταγωγής της συντρόφου του. Στην Σκόπελο αρχίζει να επικεντρώνεται κυρίως στη διακοσμητική κεραμική, με κύρια ενασχόληση του τα ιδιαίτερα αρχαιόμορφα μαύρα αγγεία που παραπέμπουν στα αρχαία κεραμικά  αριστουργήματα, τα οποία ήταν και η πηγή της έμπνευσής του. Αν και τα χρόνια εκείνα δεν υπήρχε τουρισμός και δύσκολα ήταν να ξεπεραστούν τα όρια του νησιού, ο αυτοδημιούργητος Νικόλαος Ρόδιος έγινε γρήγορα γνωστός ως ̋ ο πρώτος Έλληνας αντιπρόσωπος της καλλιτεχνικής κεραμικής και ως ο μεγαλύτερος δεξιοτέχνης του τροχού ̋, όπως τον αναφέρει στην εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη η λαογράφος Αγγελική Χατζημιχάλη.

Ο Νικόλαος Ρόδιος τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό έλαβε μέρος σε πολλές εκθέσεις. Στις σημαντικότερες διακρίσεις περιλαμβάνονται: το χρυσό βραβείο της εκθέσεως του Μπορντώ το 1907, τα χρυσά βραβεία των διεθνών εκθέσεων της Αλεξανδρείας (Αιγύπτου) 1912, της διεθνούς εκθέσεως Αγίου Φραγκίσκου Η.Π.Α. 1915, των Παρισίων 1925, της Δ.Ε. Θεσσαλονίκης το 1929 και το 1931, των Νομαρχιακών εκθέσεων Χαλκίδος, Ερμουπόλεως, Βόλου, της Α’ Πανελληνίου Εκθέσεως αγγειοπλαστικής, της Δ.Ε. Φλωρεντίας, των Δελφικών εορτών και άλλων. Στο διάστημα αυτό ο Νικόλαος Ρόδιος έχει αποκτήσει τρία παιδιά, δύο γιους, τον Βασίλη και τον Γιώργο, και μια κόρη, την Ανδρομάχη. Τα παιδιά του από νωρίς γίνονται μέλη της καλλιτεχνικής οικογένειας και συνεχίζουν μαζί με τον πατέρα τους την πορεία των διεθνών διακρίσεων.

Το 1930 κατοχυρώνεται το ανεξίτηλο μαύρο χρώμα των αγγείων και η στιλπνότητα αυτών με το υπ' αριθμόν 2981 Δίπλωμα Ευρεσιτεχνίας.Το 1931 ο τότε Πρωθυπουργός της Ελλάδας Ελευθέριος Βενιζέλος στέλνει ιδιόχειρη επιστολή αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι:  ̋χωρίς υπερβολή ο δημιουργός των αγγείων είναι ένας καλλιτέχνης ανάλογος με εκείνους που στην αρχαία Ελλάδα δημιούργησαν τις αριστουργηματικές ταναγραίες κόρες ̋  πράγμα που σκόρπισε τεράστια χαρά στην προοδευτική οικογένεια των Ροδίων. Το 1945 ο πρωτομάστορας και ιδρυτής της οικογενειακής παράδοσης Νικόλαος Ρόδιος πεθαίνει, έχοντας όμως αφήσει ένα τεράστιο καλλιτεχνικό έργο και έχοντας ήδη μεταλαμπαδεύσει την τέχνη της αγγειοπλαστικής στην επόμενη γενιά.

 

 

                 
image003
image004
image005
image006
image008
image002
image001
image007
previous arrowprevious arrow
next arrownext arrow

 


ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΙ ΓΙΩΡΓΟΣ ΡΟΔΙΟΣ 2η ΓΕΝΙΑ

Τη σκυτάλη της καλλιτεχνικής δυναστείας της δεύτερης γενιάς πρώτος ανέλαβε ο Γιώργος Ρόδιος, το δεύτερο ηλικιακά παιδί της οικογένειας γεννημένος το 1909. Περίπου από την ηλικία τον δεκαπέντε χρόνων ανέλαβε βοηθός του πατέρα του στο τορνάρισμα και το γυάλισμα των αγγείων.

Στην συνέχεα ακλούθησε το πρωτότοκο παιδί της οικογένειας, ο Βασίλης Ρόδιος γεννημένος το 1905, όταν έφτασε σε ηλικία των δεκαπέντε χρόνων, τελειώνοντας το σχολαρχείο της Σκοπέλου, έφυγε  από το νησί για να συνεχίσει τη φοίτησή του στο εξατάξιο γυμνάσιο του Βόλου. Αφού αποφοίτησε το γυμνάσιο, αρχικά εργάστηκε στην ΟΥΛΕΝ (εταιρία υδάτων της Αθήνας), κάτι που δεν κράτησε για πολύ μιας και οι καλλιτεχνικές του ανησυχίες τον οδήγησαν να επιστρέψει πίσω στο νησί, ξεκινώντας την ένδοξη πορεία του. Από τα πρώτα δείγματα της δουλειάς του φάνηκε ότι θα συνέχιζε επάξια την  καλλιτεχνική παράδοση της οικογένειας.  Με την βράβευσή του με το «μέγα βραβείο» της Ακαδημίας Αθηνών το 1937, καθώς επίσης και με το χρυσό βραβείο στην Παγκόσμια έκθεση των Παρισίων την ίδια χρονιά, δικαίως θεωρείται από τους πλέον μεγάλους της νεότερης ιστορίας της αγγειοπλαστικής.

Ακόμα τιμήθηκε το 1966 με τον Αργυρό Σταυρό, καθώς και με το «μέγα βραβείο» από τον οργανισμό χειροτεχνίας εις μνήμη της λαογράφου Αγγελικής Χατζημιχάλη. Μαζί με άλλους Έλληνες καλλιτέχνες συμμετείχε στις δελφικές γιορτές της Εύας και του Άγγελου Σικελιανού, όπου απέσπασε διακρίσεις. Η σεβάσμια φιγούρα του και η καλλιτεχνική του αξία τον έκανε να αποκτήσει φιλία με τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της εποχής και έκανε τους τότε μεγαλύτερους τεχνοκριτικούς, όπως ο Ζάχος Παπαντωνίου, να τον αποκαλέσουν σύγχρονο Φειδία. Απόδειξη δε της μεγάλης προσφοράς του είναι η τιμητική σύνταξη που για πρώτη φόρα δόθηκε σε Έλληνα αγγειοπλάστη από το Υπουργείο Πολιτισμού για την τεράστια καλλιτεχνική προσφορά του.

Το δημιουργικό έργο του Βασίλη Ρόδιου σταματά απότομα σε ηλικία 81 ετών το 1978 λόγω ασθένειας και ο θάνατος τον βρήκε το 1986 σκορπίζοντας μεγάλη θλίψη σε όλο τον καλλιτεχνικό κόσμο. Η μεγάλη άνθηση και η ανάπτυξη που γνώρισε η δουλειά των Ροδίων κατά την δεύτερη γενιά, αλλά και η φήμη που κατέκτησαν, οφείλεται σε ένα μεγάλο ποσοστό και στη συνεργασία – καταμερισμό των εργασιών μέσα στο εργαστήριο. Το κάθε μέλος της οικογένειας είχε αναλάβει συγκεκριμένο πόστο και όλοι μαζί λειτουργούσαν σαν ένα καλοκουρδισμένο ρολόι. Ο Γιώργος Ρόδιος ήταν υπεύθυνος να βρίσκει το κατάλληλο χώμα και να το μετατρέπει σε πηλό. Επίσης, ήταν αυτός που στο στάδιο του γυαλίσματος των αγγείων έδινε την τελική στιλπνότητα. Ο ίδιος είχε αναλάβει και το τελευταίο από τα στάδια παραγωγής, που ήταν αυτό του ψησίματος των αγγείων. Από τα σημαντικότερα και δυσκολότερα, μιας και τα μέσα της εποχής ήταν πολύ περιορισμένα και ο υπολογισμός της θερμοκρασίας στο εσωτερικό του ξυλοκάμινου γινόταν εντελώς εμπειρικά. Αυτό από μόνο του ήταν φυσικό να ελλοχεύει πολλούς κινδύνους, από το σπάσιμο των αγγείων μέχρι και το μη επιθυμητό χρώμα, μιας και αυτό το στάδιο έκρυβε το μυστικό για το ανεξίτηλο μαύρο χρώμα των κεραμικών. Ο Βασίλης Ρόδιος ήταν υπεύθυνος για την εύρεση και σχεδίαση της φόρμας των κεραμικών, καθώς επίσης και για την κατασκευή τους πάνω στον τροχό. Ακόμα, ήταν αυτός που τοποθετούσε τα επιπρόσθετα διακοσμητικά στοιχεία, όπως χερούλια, βάσεις, στόμια, τα οποία έδιναν την τελική μορφή σε ένα σχήμα. Αξίζει να σημειωθεί πως ο ίδιος καυχιόταν ότι μπορούσε να κατασκευάσει 2000 διαφορετικά αγγεία έλεγε μάλιστα πως ήθελε να δημιουργήσει ένα διαγωνισμό, όπου θα διαγωνίζονταν οι αγγειοπλάστες με βάση των αριθμό των διαφορετικών αγγείων που θα κατασκεύαζαν.

Η κόρη της οικογένειας, η Ανδρομάχη (γεννημένη το 1911), είχε αναλάβει την οικονομική διαχείριση, καθώς επίσης και την διαφύλαξη και διατήρηση όλων των εγγράφων και πλήθος αγγείων του πατέρα της αλλά και των αδελφών της. Χωρίς την πραγματικά πολύτιμη προσφορά της, δεν θα είχαμε παρακαταθήκη αυτό το τεράστιο πλούτο που διαθέτουμε σήμερα. Τα άρθρα εφημερίδων της εποχής που αναφέρονταν στη δουλειά της οικογένειας ,οι ευχαριστήριες επιστολές συλλεκτών, οι φωτογραφίες από το εργαστήριο στις αρχές του 1900, μέχρι και οι πολύ σημαντικές βραβεύσεις – διακρίσεις που έλαβαν είναι κάποια από αυτά που διεσώθησαν. Η Ανδρομάχη αυστηρά αφοσιωμένη στο έργο της οικογένειας δεν παντρεύτηκε ποτέ. Συνέβαλε στην φροντίδα και τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών του αδερφού της Γιώργου (Νίκος και Μαρία). Είχε μόνιμο μέλημα της να αναπτύξουν τα παιδιά ισχυρούς δεσμούς αγάπης για την αγγειοπλαστική παράδοση. Με τον ίδιο τρόπο μεγάλωσε και τα εγγόνια του αδελφού της, παιδιά του Νίκου, το Βασίλη και τη Μάγδα που τα θεωρούσε και δικά της εγγόνια. Με μικρές ιστορίες για συμβάντα που εκτυλίσσονταν μέσα στο εργαστήριο, αλλά και με πολύωρες αφηγήσεις, τους μετέδωσε την αγάπη για την οικογενειακή τέχνη. Ήταν βέβαιο πως είχε βρει και αυτή τον τρόπο της για την διατήρηση της παράδοσης.

Από το εργαστήριο των Ροδίων, που έστεκε και στέκει  100 και πλέον χρόνια στην ίδια θέση στην χώρα της Σκοπέλου, έχουν περάσει χιλιάδες ανώνυμοι και επώνυμοι επισκέπτες από όλο το κόσμο. Για ώρες μέσα σε αυτό, έχουν γίνει συζητήσεις, φωτογραφίσεις ντοκιμαντέρ σε ότι αφορά (και όχι μόνο ) την εργασία και την προσφορά της οικογένειας στην καλλιτεχνική κεραμική. Δυστυχώς όμως, η δεύτερη γενιά των Ρόδιων έφυγε πλέον από την ζωή, χωρίς να έχει δει να εκπληρώνεται μία μεγάλη επιθυμία τους: Να εκτεθούν σε ένα μουσείο μερικά από τα έργα τους, που φυλάσσονται καλά μέσα σε μπαούλα για πολλά χρόνια.Η παράδοση της οικογενείας συνεχίζεται με τον Νίκο Ρόδιο γεννημένο το 1952 στην Αθήνα, όπου η οικογένεια ζει και εργάζεται στο Π. Φάληρο. Ήδη από πολύ μικρή ηλικία, πλαισιωμένος από τον πολυβραβευμένο του θείο Βασίλη και τον πατέρα του Γιώργο, έρχεται σε επαφή με την κεραμική τέχνη.

 

image002
image001
image003
previous arrowprevious arrow
next arrownext arrow


ΝΙΚΟΣ ΡΟΔΙΟΣ 3η ΓΕΝΙΑ

Ο Νίκος Ρόδιος γεννήθηκε στις 14/07/1952 στην Αθήνα. Μεγάλωσε μέσα σε ένα καλλιτεχνικό περιβάλλον και μόλις απ’την ηλικία των έξι ετών ξεκίνησε, δίπλα στον πατέρα του, Γιώργο και τον θειο, Βασίλη, να γυρίζει τον τροχό δημιουργώντας τα πρώτα του πήλινα αντικείμενα. Μέσα σ’αυτό το οικογενειακό περιβάλλον με την τεράστια παράδοση, οι επιρροές ήταν βαθύτατες. Σαν μαθητής του Δημοτικού, στο νησί της Σκοπέλου, έπαιζε με τους συμμαθητές του με τον πηλό στο οικογενειακό εργαστήρι. Αργότερα, η οικογένεια εγκαταστάθηκε, κατά τους χειμερινούς μήνες, στην Αθήνα στο σπίτι της Αμφιθέας στο Π. Φάληρο και ενώ ο Νίκος ήταν μαθητής του Γυμνασίου. Εκεί η οικογένεια διατηρούσε ένα μικρό εργαστήρι στο υπόγειο του σπιτιού. Τότε άρχισε να προσηλώνεται στην τέχνη της αγγειοπλαστικής, πλαισιωμένος κυρίως απ’ τον πολυτάλαντο και πολυβραβευμένο θειο του Βασίλη Ρόδιο.

Τα καλοκαιρια στην Σκόπελο κοντά στην οικογένεια διεύρυνε ακόμη περισσότερο τις γνώσεις του πάνω στην τέχνη.Μετά το Γυμνάσιο και ενώ υπήρχαν προτάσεις από τον οργανισμό χειροτεχνίας για σπουδές στην Ιταλία, περιέργως βρέθηκε στη σχολή μηχανικών αεροσκαφών. Τα καλοκαιρια στην Σκόπελο κοντά στην οικογένεια διεύρυνε ακόμη περισσότερο τις γνώσεις του πάνω στην τέχνη. Μετά το Γυμνάσιο και ενώ υπήρχαν προτάσεις από τον οργανισμό χειροτεχνίας για σπουδές στην Ιταλία, περιέργως βρέθηκε στη σχολή μηχανικών αεροσκαφών.

Αφού τελείωσε την σχολή και το στρατιωτικό σε ηλικία είκοσι τριών χρόνων, εγκαθίσταται μόνιμα στην Σκόπελο (1975) και τον κερδίζει οριστικά η αγγειοπλαστική, συνεχίζοντας την μακρόχρονη παράδοση μαζί με τους δυο δασκάλους του, τον πατέρα και τον θειο του. Έκτοτε λαμβάνει μέρος τόσο σε ατομικές όσο και συλλογικές καλλιτεχνικές εκθέσεις σε διάφορα μέρη της Ελλάδας: Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Βόλο, Σκιάθο, Σκόπελο. Αντικείμενα του βρίσκονται σε μουσεία καθώς επίσης και σε πολλές ιδιωτικές συλλογές. Έχει δώσει πολλές συνεντεύξεις σε ΜΜΕ και του έχουν γίνει αφιερώματα από πολλούς τηλεοπτικούς σταθμούς και έντυπα από την Ελλάδα και το εξωτερικό.

Ο Νίκος Ρόδιος συνεχίζει με τον ίδιο ζήλο την παράδοση που ξεκίνησαν οι πρόγονοί του πριν από 100 και πλέον χρόνια, τελειοποιώντας τα δημιουργήματα τους αλλά και αναζητώντας συνεχώς νέες φόρμες και νέες τεχνικές. Δουλεύει ακριβώς  με τα ίδια μέσα που δούλευε ο πατέρας του και ο θείος του. Αναζητά μόνος του το κατάλληλο χώμα από την σκοπελίτικη γη, που μετέπειτα θα το μετατρέψει σε λογιών λογιών αριστουργήματα. Το εργαστήριο έχει παραμείνει αναλλοίωτο στο πέρασμα των χρόνων και ο ίδιος εργάζεται πάνω στον ίδιο ποδοκίνητο τροχό, και επιμένει να διατηρεί τον ίδιο παραδοσιακό τρόπο ψησίματος σε φούρνο με ξύλα.  Είναι εύλογο το ερώτημα πώς κατάφερε να ανταποκριθεί μόνος του στον τομέα της παραγωγής και να φέρει σε πέρας τη συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση των παραδοσιακών μελανών αγγείων. Σίγουρα ήταν μεγάλη η απώλεια σε σχετικά νεαρή ηλικία, της αδερφής του Μαρίας, η οποία υπήρξε ζωγράφος και χαράκτρια των δικών του αγγείων αλλά και του θείου του.

Ο Ν. Ρόδιος με τη σύζυγο του Μαρία, η οποία ασχολείται και αυτή με την κατασκευή κεραμικών αντικειμένων, απέκτησαν δυο παιδιά το Βασίλη και τη Μάγδα. Η Μάγδα από την παιδική ηλικία παίζοντας με τον πηλό έδωσε τα πρώτα δείγματα ταλέντου της. Στην συνέχεια και με την παρότρυνση του πατέρα  της, χρόνο με το χρόνο, άρχισε να ασχολείται συστηματικότερα. Τα τελευταία έξι χρόνια και μετά την επιστροφή της στο νησί εργάζεται μαζί με τον πατέρα της. Στο κατάστημα, που διατηρεί η οικογένεια απέναντι από το εργαστήριο στην Σκόπελο, ανάμεσα στα κεραμικά έργα του πατέρα της βρίσκονται και κεραμικά της Μάγδας.

image001
image004
image006
previous arrowprevious arrow
next arrownext arrow


ΜΑΓΔΑ ΡΟΔΙΟΥ 4η ΓΕΝΙΑ

Γεννήθηκε το 1989 και μεγάλωσε στη Σκόπελο, μέσα σε ένα ιδιαίτερα καλλιτεχνικό περιβάλλον, το οποίο επηρέασε καθοριστικά την μετέπειτα ενασχόλησή της με την κεραμική τέχνη. Από παιδί ως αγαπημένο χώρο παιχνιδιού είχε το εργαστήριο του πατέρα της. Μεγαλώνοντας και ενώ βρισκόταν στο γυμνάσιο, το παιχνίδι με τον πηλό έγινε έκφραση της δημιουργικής της διάθεσης. Μετέπειτα, όταν πήγε στο λύκειο, τους καλοκαιρινούς μήνες δούλευε ως βοηθός του πατέρα της και παράλληλα έφτιαχνε μόνη της δικά της αντικείμενα που τα διέθετε στην έκθεση της οικογένειας.

Όταν τελείωσε  το λύκειο, η αγάπη της για την άθληση την οδήγησε σε σπουδές στο Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής στα Τρίκαλα, το διάστημα 2007 έως 2011. Μετά το τέλος των σπουδών της παρακολούθησε κάποια μαθήματα στο Τμήμα Γλυπτικής και Κεραμικής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών ως παρατηρήτρια. Εκεί την προέτρεψαν να ασχοληθεί ποιο σοβαρά με το αντικείμενο.

Έτσι, πήρε την απόφαση να επιστρέψει πίσω στο νησί και πλάι στο πατέρα της να συνεχίσει να μαθαίνει τα μυστικά που έκρυβε η τέχνη της κεραμικής, ενώ παράλληλα ασχολείται και με την άλλη της αγάπη, τη γυμναστική. Κάποια από τα κεραμικά της έχουν το μαύρο χρώμα, που είναι και το χαρακτηριστικό της οικογενειακής παράδοσης. Θαύμαζε πάντα και θαυμάζει τα μαύρα αγγεία, γιατί αναδεικνύουν άψογα την φόρμα και οποιαδήποτε ατέλεια στο σχήμα ή την υφή δεν μπορεί να κρυφτεί. Έτσι κάθε μαύρο αγγείο πρέπει να είναι αψεγάδιαστο για να καταλήξει στο εκθετήριο.  Παράλληλα  όμως,  πειραματίζεται και με νέα υλικά, όπως γυαλί, σμάλτο, μπαντανάδες, πυροχρώματα κ.α. Τα έντονα χρώματα που χρησιμοποιεί αναδεικνύουν καλύτερα την δουλειά της και το προσωπικό στιλ που έχει διαμορφώσει.

Έμπνευσή της αποτελεί η φύση και οι αναπαραστάσεις της, που με  λεπτομέρεια αποτυπώνονται σε κάθε έργο της. Οι δημιουργίες της περιλαμβάνουν διακοσμητικά τοίχου, όπως ανθοδέσμες, στεφάνια,  πεταλούδες, λουλούδια, σπιτάκια, φύλλα και άλλα. Επίσης πήλινα κοσμήματα, κούκλες αρχαίου τύπου,  πήλινα φρούτα και λαχανικά.

Αξίζει, επίσης να σημειωθεί, το έμφυτο ταλέντο της να στη ζωγραφίκή. Αυτοδίδακτη ζωγραφίζει μοτίβα πάνω στα πήλινα μπολ, σουπιέρες, κούπες και κανάτες που ο πατέρας της φτιάχνει με τον παραδοσιακό ποδοκίνητο τροχό της οικογένειας. Έτσι από το καλοκαίρι του 2013 δημιούργησαν μαζί μια εντελώς νέα σειρά χρηστικών αντικειμένων με άψογες φόρμες και ζωγραφιές εμπνευσμένες από το νησί της Σκοπέλου σε έντονα χρώματα.

Από το 2011 και μετά έχει συμμετάσχει σε πλίθος ομαδικών αλλά και ατομικών εκθέσεων.

Ενδεικτικά:

  • 2011 Πανελλήνια Έκθεση Εικαστικών, Λογοτεχνών και Συγγραφέων
  • 2012 Διεθνής Έκθεση Λαϊκής Κεραμικής Τέχνης το 2012 στη Ρουμανία.
  • 2015 8ο Συμπόσιο Ελλήνων Καλλιτεχνών Κεραμικής στο Βόλο
  • 2015 53η Πανελλήνια Έκθεση Κεραμικής Τέχνης
  • 2016 54η Πανελλήνια Έκθεση Κεραμικής Τέχνη
  • 2017 55η Πανελλήνια Έκθεση Κεραμικής Τέχνη
  • 2018 56η Πανελλήνια Έκθεση Κεραμικής Τέχνη

 

Ατομικές Εκθέσεις:

2013 Μουσείο Βακράτσα Σκοπέλου, με τίτλο «Ο κήπος των ονείρων»

2014 Μουσείο Βακράτσα Σκοπέλου ,με τίτλο «Κεραμικό Κόσμημα»

2017 τζαμί Οσμαν Σαχ Τρίκαλα, με τίτλο «Στις γειτονιές της άνοιξης»

 

image001
image001
previous arrowprevious arrow
next arrownext arrow